Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών από την Τουρκία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ουκρανία, ξεκίνησαν στην Ιστάνμπουλ υπό την αιγίδα του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν.
Αυτό είναι το πρώτο σκέλος των διαδοχικών συναντήσεων που πραγματοποιούνται την Παρασκευή.
Η Τουρκία φιλοξενεί δύο υψηλού επιπέδου τριμερείς συναντήσεις την Παρασκευή στην Ιστάνμπουλ, ενισχύοντας περαιτέρω τον ρόλο της ως κεντρικός διπλωματικός παράγοντας στην επίλυση της σύγκρουσης.
Σύμφωνα με πηγές του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, η τριμερής συνάντηση Τουρκίας–ΗΠΑ–Ουκρανίας ξεκίνησε στις 10:45 π.μ. (07:45 GMT), ενώ ακολούθησε η συνάντηση Τουρκίας–Ρωσίας–Ουκρανίας στις 12:30 μ.μ. (09:30 GMT).
Και οι δύο συνεδριάσεις πραγματοποιήθηκαν στο Προεδρικό Γραφείο του Ντολμάμπαχτσε, έναν ιστορικό χώρο που χρησιμοποιείται συχνά για σημαντικές διπλωματικές συναντήσεις.
Οι συναντήσεις έφεραν κοντά υψηλόβαθμα στελέχη από κάθε χώρα.
Την Τουρκία εκπροσωπεί ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, ο οποίος έχει διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στον συντονισμό των ειρηνευτικών προσπαθειών.
Της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ ηγείται ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ενώ της ομάδας του Κιέβου ο υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας Ρουστέμ Ουμέροφ. Από τη ρωσική πλευρά, επικεφαλής της αντιπροσωπείας είναι ο Προεδρικός Σύμβουλος Βλαντίμιρ Μεντίνσκι.
Η ουκρανική αντιπροσωπεία περιλαμβάνει επίσης τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών Σεργκίι Κισλίτσια, τον αναπληρωτή επικεφαλής της Υπηρεσίας Ασφαλείας Ολεξάντρ Πόκλαντ και τον αναπληρωτή αρχηγό της Υπηρεσίας Εξωτερικών Πληροφοριών Όλεχ Λουχόβσκι.
Η ρωσική ομάδα περιλαμβάνει τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών Μιχαήλ Γκαλούζιν, τον διευθυντή Πληροφοριών του Γενικού Επιτελείου Ιγκόρ Κοστιούκοφ και τον υφυπουργό Άμυνας Αλεξάντρ Φόμιν, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη βαρύτητα και την πολυπλοκότητα των συνομιλιών.
Οι συνομιλίες της Ιστάνμπουλ πραγματοποιήθηκαν εν μέσω ανανεωμένης διπλωματικής ενέργειας και συγκρατημένης ελπίδας για πρόοδο, μετά από μήνες αδιεξόδου.
Η ικανότητα της Τουρκίας να φέρει κοντά και τις δύο πλευρές—μαζί με τις ΗΠΑ—θεωρείται ως κρίσιμη ευκαιρία για την εξερεύνηση συγκεκριμένων βημάτων προς τον τερματισμό ενός πολέμου που έχει αναδιαμορφώσει την περιφερειακή ασφάλεια και έχει επιβαρύνει τη διεθνή σταθερότητα.